Σαν ήρθε το λιομάζωμα
διάβηκα στον τόπο μου
να μάσω τις πληγές μου.
Σ΄ αγνάντευα πατέρα μου
στη μέση στο χωράφι,
αγέρωχα θυμόσοφος
να γδέρνεις τα λιοκλάδια
και με τα χωρατά σου
να φεγγαρίζεις το χορτάρι.
Τούτο το σόδεμα βαστώ
για βάλσαμο στο κύμα,
το γνέθω με αγράμπελη
και τ' ακουμπώ στην πέτρα
που ανάλγητα σε κρύβει.
διάβηκα στον τόπο μου
να μάσω τις πληγές μου.
Σ΄ αγνάντευα πατέρα μου
στη μέση στο χωράφι,
αγέρωχα θυμόσοφος
να γδέρνεις τα λιοκλάδια
και με τα χωρατά σου
να φεγγαρίζεις το χορτάρι.
Τούτο το σόδεμα βαστώ
για βάλσαμο στο κύμα,
το γνέθω με αγράμπελη
και τ' ακουμπώ στην πέτρα
που ανάλγητα σε κρύβει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου